31/8/20

ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΪΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛ. ΒΕΝΙΖΕΛΟ


 http://mikrasiatis.gr/wp-content/uploads/2012/08/venizelos-xrysostomos.jpg

 

 


«Εν Σμύρνη
Τη 25 Αυγούστου 1922
Αγαπητέ φίλε και αδελφέ κ. Ελευθέριε Βενιζέλε,
Επέστη η μεγάλη ώρα της μεγάλης εκ μέρους σας χειρονομίας. Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το Ελληνικόν Κράτος αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος καταβαίνει πλέον εις τον Άδην από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και το σώση.
Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής βεβαίως αίτιοι είναι οι πολιτικοί και προσωπικοί σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος δια δύο πράξεις Σας.
Πρώτον διότι αποστείλατε εις Μ. Ασίαν ως Ύπατον Αρμοστήν ένα παράφρονα και εγωιστήν. Και δεύτερον διότι πρωτού αποπερατώσητε το έργον σας και θέσητε την κορωνίδα και το επιστέγασμα επί του ανεγερθέντος αφαντάστως ωραίου και μεγαλοπρεπούς δημιουργήματός Σας, της καταθέσεως των θεμελίων της περικλεεστάτης ποτέ Βυζαντινής μας Αυτοκρατορίας, είχατε την ατυχή και ένοχον έμπνευσιν να διατάξητε εκλογάς κατ’ αυτάς ακριβώς τας παραμονάς της εισόδου Σας εις Κωνσταντινούπολιν και της καταλήψεως αυτής υπό του Ελληνικού Στρατού προς εκτέλεσιν – οίμι –δια παντός καταστραφείσης Συνθήκης των Σεβρών.
Αλλά γέγονεν ο γέγονεν.
Ακόμη όμως υπάρχει καιρός αν όχι να σωθή η Συνθήκη των Σεβρών, αλλά τουλάιστον να μη καταστραφή τελείως το Ελληνικόν Έθνος δια της απωλείας ότι μόνον της Μ. Ασίας αλλά και της Θράκης και αυτής ίσως της Μακεδονίας.
Και επειδή οι καιροί ου μενετοί πλέον, έκρινα καθήκον και εμόν απαραίτητον να κυλίσω τον πίθον μου εν μέσω της γενικής κινήσεως της παγκοίνου εδώ συμφοράς μας και πρώτον μεν έγραψα με ημερομηνίαν 21 Αυγούστου προς τον επί του Ελληνικού θρόνου ευρισκόμενον Κωνσταντίνον να προβή εις τας μεγάλας αποφάσεις, εν αις πρωτίστην θεωρώ την ανάληψιν της πηδαλιουχίας του ελληνικού σκάφους παρά της πάγκοινον την ευρωπαϊκήν υπόληψιν κεκτημένης Σης κορυφής.
Την παράδοσιν της διοικήσεως του στρατού εις τους εκδιωχθέντας αξιωματικούς της Αμύνης, οι οποίοι γνωρίζουν πως ανασυντάσσεται καταστραμμένος στρατός και οδηγείται εις την νίκην και την άμεσον εντεύθεν εκδίωξιν Στεργιάδου και Χατζανέστη και άλλα σχετικά.
Έκρινα δε προ παντός απαραίτητον εκ των φλογών της καταστροφής εν αις οδυνάται ο Μικρασιατικός Ελληνισμός, και ζήτημα είναι εάν όταν το παρόν μου γράμμα αναγιγνώσκεται υπό της Υμετέρας Εξοχότητος, αν ημείς πλέον υπάρχωμεν εν ζωή προοριζόμενοι – τις οίδε- κατ’ ανεξερευνήτους βουλάς της Θείας Προνοίας εις θυσίαν και μαρτύριον, ν’ απευθύνω την υστάτην ταύτην έκκλησιν προς την φιλογενή και μεγάλην ψυχήν Σας και να Σας είπω μόνο δύο λέξεις.
Εάν δια να σώσητε την Ελλάδα εκρίνατε καθήκον σας να προβήτε εις το επαναστατικόν κίνημα της Θεσσαλονίκης, μη διστάσητε τώρα να προβήτε εις εκατόν τοιαύτα κινήματα, ίνα σώσητε τώρα ολόκληρον τον απανταχού και ιδία τον μικρασιατικόν και θρακικόν Ελληνισμόν, ο οποίος τόσην θρησκευτικήν λατρείαν τρέφει προς Υμάς.
Και νυν, φίλτατε αδελφέ, σε μόνον θεωρούμεν τον από μηχανής Θεόν, σε βράχον, σε ελπίδα, σε σωτήρα και σε μεσσίαν μας. Περίζωσε την ρομφαίαν του λόγου σου κατευοδού προς υμάς και κόψον τον άλυτον δια την διπλωματίαν μέχρι σήμερον δεσμόν του Ανατολικού ζητήματος.
Πίπτων επί του τραχήλου υμών, περιλούω υμάς δι’ απείρων φιλημάτων σεβασμού και αγάπης.
† Ο Σμύρνης Χρυσόστομος»

 

Έιζα Τζένινγκς,ο σωτήρας των προσφύγων

 Έιζα Τζένινγκς,ο σωτήρας των προσφύγων

Του Γιώργου Μουλά, προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου Βόλου

 Κων/νος Ρίζος: Asa Kent Jennings (1877-1933)- Ένας σωτήρας των Μικρασιατών  προσφύγων το 1922 - TNEWSGROUP

 

Στην πόλη μας, όπως και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας ζούνε πολλοί συμπατριώτες μας, οι οποίοι έλκουν την καταγωγή τους, από κάποιον από τους γονείς ή τους παππούδες τους, από τις περιοχές της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας. Πόσοι όμως γνωρίζουν, ότι οφείλουν την ύπαρξή τους σε ένα άνθρωπο, ένα ήρωα του εικοστού αιώνα, ο οποίος είναι άγνωστος τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην πατρίδα του; Ο άνθρωπος αυτός, ο οποίος οργάνωσε και πραγματοποίησε την διάσωση των ελλήνων της Σμύρνης και άλλων περιοχών τον Σεπτέμβριο του 1922 ήταν ο Έιζα Τζένιγκς (Asa Jennings).

Ποιος ήταν ο Έιζα Τζένιγκς (Asa Jennings) και ποιος ο ρόλος του; Ο Τζένιγκς (1877-1933) ήταν ένας αμερικανός πρώην Μεθοδιστής Πάστορας από το Upstate της Νέας Υόρκης. Ήταν μέλος της YMCA – Υ (Χριστιανική Ένωση Νέων Ανθρώπων) . Το 1904 σε ηλικία 28 ετών προσβλήθηκε από φυματίωση σπονδυλικής στήλης με αποτέλεσμα να αποκτήσει μία τεράστια καμπούρα και να του περιορίσει το ύψος στο 1,60 μέτρα. Άρχισε την διεθνή καριέρα του το 1918 στη Γαλλία και μετά στην Τσεχοσλοβακία. Το Αύγουστο 1922 στην Σμύρνη ανέλαβε την τοπική YMCA, αφού ο διευθυντής της πήγε διακοπές.

Στις 9 Σεπτεμβρίου 1922 οι πρώτοι Τούρκοι στρατιώτες μπήκαν στην Σμύρνη. Η πόλη διαγουμήθηκε με αηδιαστική βαναυσότητα και μετά στις 13 Σεπτεμβρίου παραδόθηκε στις φλόγες. Παρ’ όλο, που όλοι οι Αμερικανοί και Αγγλοι πολίτες εγκατέλειψαν την Σμύρνη, ο Τζένιγκς αποφάσισε να παραμείνει για να δει τι μπορούσε να κάνει σε αυτές τις απελπιστικές καταστάσεις. Προηγουμένως, όταν ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε την Σμύρνη είχε οργανώσει την «Επιτροπή Σωτηρίας» παρέχοντας ανθρωπιστική βοήθεια και οργανώνοντας ένα Σταθμό Πρώτων Βοηθειών για τις έγκυες γυναίκες σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι πλούσιου έλληνα στην προκυμαία.

Ακόμη και ο αμερικανός πρόξενος G. Horton παντρεμένος με ελληνίδα είχε φύγει χωρίς να κάνει τίποτε. Χωρίς διπλωματική αποστολή ο Τζένιγκς δεν είχε να υπακούει πουθενά, βλέποντας δε, τι συνέβαινε στην πόλη, πήρε το αυτοκίνητο της YMCA και επισκέφθηκε τον Μουσταφά Κεμάλ. Αργότερα είπε, ότι αισθάνθηκε το χέρι του Θεού στον ώμο του ενώ έγραψε: «Μου φαινόταν, ότι τα τρομερά, αγωνιώδη, απελπισμένα ουρλιαχτά, που εκλιπαρούσαν για βοήθεια δεν θα έπαυαν να με κυνηγάνε σε όλη μου την ζωή».

Ο Κεμάλ του έθεσε όρους. Ο Τζένιγκς είχε επτά ημέρες προθεσμία να απομακρύνει 250.000 πρόσφυγες από την Σμύρνη. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν δυνατόν να παραμείνουν στην πόλη χωρίς τις στοιχειώδεις ανάγκες σε τροφή, νερό, αποχέτευση και ασφάλεια, αντιμετωπίζοντας τις βιαιοπραγίες των τούρκων ένστολων και μη. Διαφορετικά, θα μεταφερόταν στο εσωτερικό της Τουρκίας για να εξοντωθούν σταδιακά στις πορείες, όπως είχε γίνει πριν λίγα χρόνια με τους Αρμενίους.

Επίσης, ο Κεμάλ ζήτησε καμία ελληνική σημαία να υπάρχει στα πλοία, αν ερχόντουσαν, διότι αυτό θα εξόργιζε τους τούρκους στρατιώτες. Επίσης, κανένα πλοίο θα έδενε στην αποβάθρα και κανένας άνδρας ηλικίας 17-45 ετών θα έφευγε μήπως καταταγούν σε νέο στρατό εισβολής. Οι άνδρες θα πήγαιναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης για την αποκατάσταση ζημιών του πολέμου. Ο Τζένιγκς αποδέχτηκε θέλοντας και μη την συμφωνία, άφησε το αυτοκίνητό του στο λιμάνι και πήγε στο πολεμικό πλοίο Edsall από τον καπετάνιο του οποίου, Powell, ζήτησε και έλαβε μία άκατο με αμερικανό πηδαλιούχο. Κατ’ αρχάς, πήγε στο γαλλικό εμπορικό πλοίο "Pierre Loti", που διέθετε άφθονο χώρο για την μεταφορά προσφύγων. Ο γάλλος καπετάνιος αρνήθηκε. Μετά πήγε σε ένα ιταλικό πλοίο το Constantinople.

Ο καπετάνιος δέχτηκε να μεταφέρει 2.000 άτομα έναντι αμοιβής 5.000 λιρών για τους πρόσφυγες και 1000 λιρών για τον ίδιο. Ο Τζένιγκς, ένας άνθρωπος ρεαλιστής, πλήρωσε και φόρτωσε 2000 γυναικόπαιδα και ηλικιωμένους, αφού έλαβε άδεια από τις τουρκικές αρχές και τον ιταλό πρόξενο και απέπλευσε με την συνοδεία αμερικανικού αντιτορπιλικού.

Λίγο πριν φύγει ο Powell τον πληροφόρησε, ότι έλαβε τελικά την άδεια από τον Κεμάλ για ελληνικά πλοία να εισέλθουν στο λιμάνι της Σμύρνης. Επίσης, του έδωσε δύο έγγραφα, το ένα για να αποβιβάσει τους πρόσφυγες υπό την αιγίδα του Ερυθρού Σταυρού και με το άλλο τον εξουσιοδοτούσε να ενεργήσει, όπως αυτός θα έκρινε σε κάθε περίσταση εκτάκτου ανάγκης.
Φθάνοντας στη Μυτιλήνη, ο Τζένιγκς είδε, ότι ο κύριος όγκος του στόλου, που μετέφερε τον ελληνικό στρατό ήταν εκεί. Κάνοντας χρήση του δευτέρου εγγράφου επισκέφθηκε τον στρατηγό Φράγκου, διοικητή Στρατιάς και πλοίων, και τον ρώτησε αν τα πλοία αυτά μπορούσαν να σταλούν στην Σμύρνη. Ο στρατηγός ήθελε να στείλει έξι πλοία με την προϋπόθεση να έχει γραπτή εγγύηση, ότι θα προστατευθούν και ότι θα επιστρέψουν.

Ο Τζένιγκς επέστρεψε αμέσως στην Σμύρνη μέσα σε τρείς ώρες και αφού έλαβε γραπτή δήλωση του Powell επέστρεψε με αυτή στον Φράγκου στην Μυτιλήνη. Ο Φράγκου διάβασε το έγγραφο του Τζένιγκς αλλά απάντησε, ότι υπήρχε κίνδυνος οι Τούρκοι να καταλάβουν τα πλοία και να αποβιβαστούν στη Χίο και Μυτιλήνη. Ο Τζένιγκς υποσχέθηκε, ότι θα συνόδευε ο ίδιος το πλοία στην είσοδο και έξοδο από το λιμάνι αλλά αυτό δεν φάνηκε αρκετό. Παράλληλα, ετοιμαζόταν πραξικόπημα των στρατιωτικών, στο οποίο ο Φράγκου συμμετείχε και το οποίο έγινε τέσσερεις ημέρες αργότερα.

Βγαίνοντας πολύ πρωί στο λιμάνι, ο Τζένιγκς απογοητευμένος και εξοργισμένος με τον Φράγκου είδε να εισέρχεται ένα ελληνικό πολεμικό πλοίο το «Κιλκίς». Ο Τζένιγκς βρήκε τον έλληνα κυβερνήτη Θεοφανίδη, ο οποίος ήταν πρόθυμος να βοηθήσει ακόμα και αν ένας ανώτερος του είχε απορρίψει τον Τζένιγκς. Έγραψαν μαζί ένα μήνυμα, που εστάλη κωδικοποιημένο στις Αρχές στην Αθήνα. Το μήνυμα έλεγε: «Εν ονόματι του ανθρωπισμού αποστείλατε άνευ καθυστερήσεως είκοσι σκάφη ευρισκόμενα εδώ και αδρανούντα δια να παραλάβουν λιμοκτονούντας Έλληνας πρόσφυγες εκ Σμύρνης. Έιζα Τζένιγκς. Αμερικανός πολίτης». Η απάντηση ήταν ποιος είναι αυτός.

Ο Τζένιγκς απάντησε, ότι ήταν ο πρόεδρος της Αμερικανικής Επιτροπής Περίθαλψης στην Μυτιλήνη. Η πρώτη απάντηση ήταν, ότι ο πρωθυπουργός κοιμάται. Ο Τζένιγκς απαίτησε να τον ξυπνήσουν. Στο επόμενο μήνυμα έλεγε ότι ο πρωθυπουργός είχε να συγκαλέσει Υπουργικό Συμβούλιο και ρωτούσαν ποια προστασία προσέφερε στα ελληνικά πλοία. Ο Τζένιγκς απάντησε, ότι αμερικανικά πολεμικά θα τα προστάτευαν στην είσοδο και έξοδο από την Σμύρνη.

Ο Τζένιγκς ρωτήθηκε εκ νέου αν «τα αμερικανικά αντιτορπιλικά θα προστατεύσουν τα πλοία εάν οι τούρκοι προσπαθήσουν να τα καταλάβουν». Ο Τζένιγκς μπορούσε να μην εγγυηθεί αλλά απάντησε υπεκφεύγοντας: «Καθόλου χρόνος για συζήτηση λεπτομερειών. Οι παρεχόμενες εγγυήσεις θα πρέπει να θεωρηθούν ικανοποιητικές». Τέλος ο πρωθυπουργός και το Υπουργικό Συμβούλιο απάντησαν, ότι κανένα πλοίο δεν μπορούσε να πάει στην Σμύρνη.

Στις 4μμ της 23ης Σεπτεμβρίου 1922 με τις διαπραγματεύσεις στο αδιέξοδο ο Τζένιγκς έστειλε μήνυμα στο Υπουργικό Συμβούλιο, ότι αν δεν λάβει ευνοϊκή απάντηση μέχρι τις 6μμ θα τηλεγραφούσε χωρίς κώδικα, έτσι ώστε το μήνυμα να γίνει γνωστό παντού, ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν επέτρεπε ελληνικά πλοία να σώσουν έλληνες πρόσφυγες, που τους περίμενε βέβαιος θάνατος ή ακόμα χειρότερα. Ο εκβιασμός έπιασε!

Λίγο πριν τις 6μμ ήλθε η απάντηση: «Όλα τα πλοία τίθενται υπό τις διαταγές σας για να απομακρυνθούν οι πρόσφυγες από την Σμύρνη». Ο Τζένιγκς είχε γίνει ναύαρχος όλου του ελληνικού στόλου! Ο κυβερνήτης Θεοφανίδης συγκάλεσε συγκέντρωση των καπετάνιων των εμπορικών πλοίων στο «Κιλκίς», όπου τους ανακοίνωσε να ετοιμάσουν τα πλοία μέχρι τα μεσάνυκτα, διαφορετικά θα περνούσαν Στρατοδικείο με συνοπτικές διαδικασίες. Εννέα πλοία, «Τα πλοία της Συμπόνιας», απέπλευσαν τα μεσάνυκτα με τον Τζένιγκς στο προπορευόμενο «Προποντίς» με αμερικανική σημαία. Ο στόλος, συνάντησε το αμερικανικό Lawrence, ο καπετάνιος του οποίου κάλεσε τον Τζένιγκς να συνεχίσει το ταξίδι του με αυτόν. Ο Τζένιγκς αρνήθηκε και παρέμεινε στη γέφυρα του «Προποντίς».

Εν τω μεταξύ οι Τούρκοι χαλάρωσαν τα μέτρα, επέτρεψαν τα πλοία να δέσουν στην προβλήτα του σιδηροδρόμου και επιμήκυναν την προθεσμία από 7 σε 11 ημέρες.

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1922 οι πρώτοι πρόσφυγες, ηλικιωμένοι, γυναίκες και παιδιά είχαν διασωθεί. Στις 26 Σεπτεμβρίου ο Τζένιγκς επέστρεψε με 17 πλοία, ενώ την επομένη τρίτη ημέρα ήλθε και ένας μεταγωγικός στόλος ναυλωμένος από Βρετανούς . Μέχρι την 1η Οκτωβρίου 1922, 180.000 πρόσφυγες είχαν μεταφερθεί από την Σμύρνη.

Το τελευταίο πλοίο απέπλευσε 6 ώρες πριν την εκπνοή της τουρκικής διορίας. Κατόπιν, ζητήθηκε διορία για άλλες 8 ημέρες, κατά τις οποίες τα ελληνικά πλοία μετέφεραν και άλλους πρόσφυγες από τα κοντινά λιμάνια του Αϊβαλί, Βουρλών και Τσεσμέ, όπου περίμεναν για δύο εβδομάδες , ανεβάζοντας τον αριθμό στις 250.000. Επειδή, υπήρχαν εκκλήσεις και από άλλα λιμάνια, από την Συρία μέχρι τον Εύξεινο Πόντο, η ελληνική κυβέρνηση, που στο μεταξύ είχε αλλάξει, αύξησε τον στόλο σε 55 πλοία, μεταφέροντας μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 500.000 πρόσφυγες.

Αργότερα η Ελληνική Κυβέρνηση όρισε τον Τζένιγκς σαν εκπρόσωπο για τον επαναπατρισμό των αιχμαλώτων στην Συνθήκη της Λωζάνης, όπως και η Τουρκία τον όρισε με απόφαση του Κεμάλ.
Για τις υπηρεσίες του στην Ελλάδα, ο Τζένιγκς τιμήθηκε ταυτόχρονα με το υψηλότερο στρατιωτικό παράσημο, το Μετάλλιο Στρατιωτικής Αξίας και με την υψηλότερη πολιτική διάκριση. Ήταν η πρώτη φορά στην ελληνική ιστορία, που ένα πρόσωπο ελάμβανε ταυτόχρονα αυτά τα μετάλλια. Όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, οι πρόσφυγες τον αναγνώρισαν από την καμπούρα του, τον αποκαλούσαν ναύαρχο και του φιλούσαν τα χέρια.

Ένας άνθρωπος, που δεν προοριζόταν να παίξει κάποιο ρόλο στην ιστορία έσωσε, με μία ηρωική πράξη εκατοντάδες χιλιάδες έλληνες και αρμένιους. Αποδεικνύεται για άλλη μια φορά, ότι οι περιστάσεις κάνουν τους ήρωες και ότι σύμφωνα με ένα αμερικανικό ρητό, που χρησιμοποιήθηκε για αυτόν, «μέσα στη καρδιά κάθε ανθρώπου κοιμάται ένα λιοντάρι».

Ο Τζένιγκς ένας καμπούρης, κατώτερος υπάλληλος της ΧΑΝ –YMCA, που τυχαία βρέθηκε στην Σμύρνη, χρησιμοποιώντας δωροδοκίες, ψέματα και τελικά μία μπλόφα – εκβιασμό κατάφερε να αλλάξει τον ρου της ιστορίας.

Στην Ελλάδα λίγοι γνωρίζουν το όνομά του. Ακόμη και σε μέρη, όπου έχουν εγκατασταθεί μικρασιάτες πρόσφυγες. Δεν υπάρχουν μνημεία ή έστω ονόματα δρόμων ή πλατειών προς τιμή του. Το ίδιο και στο Βόλο. Θα πρέπει σαν ύστατος φόρος τιμής τουλάχιστον ο Δήμος Βόλου να τιμήσει τον άνδρα αυτόν, που έσωσε χιλιάδες από τους συμπολίτες μας το 1922.

 

 

Δράκος τ' απαντά, θεριό του συντυχαίνει

Έργον Θεοφίλου Γ. Χ΄΄Μιχαήλ

 

Δράκος τ' απαντά, θεριό του συντυχαίνει

Μανώλης Εγγλέζος Δεληγιαννάκης
Του Μανώλη Εγγλέζου Δεληγιαννάκη

 

ΣΠΟΝΔΗ (ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΗ) ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΜΈΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΡΙΖΙΤΙΚΟΥ

Παιδιά κι ήντα γινήκανε του κόσμου οι αντρειωμένοι
Μουδέ στσι μέσες φαίνουνται μουδέ στσ’ αναμεσάδες
Κάτω στην άκρη τ’ ουρανού στην τέλειωση του κόσμου
Σιντεροπύργο χτίζουνε του Χάρο να χωστούνε


Αν υπάρχουν ακόμα αντρειωμένοι, αυτοί είμαστε μεις. Και το έργο που έχομε είναι πολύ βαρύ. Γιατί καλούμαστε σε μιαν εποχή που αντιπαθεί την παρέα, την κοινότητα, τις ταυτότητες, να τα κρατήσομε για να επιβιώσομε.
Αλλιώς, θα μας καταπιεί το μοντέλο του ατόμου-καταναλωτή, που καταλήγει στον έλεγχο των ανθρώπων μέσα από τη διάλυση των συλλογικοτήτων. Τα έθνη, οι τοπικές κουλτούρες, οι τάξεις, η οικογένεια, κάθε τι που ξεπερνά το εγώ και χτίζει το εμείς, αποτελεί κίνδυνο. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι μόνος του, αδύναμος, ευάλωτος στη διαφήμιση, να καταναλώνει δίχως αντιστάσεις. Κι αυτό, σε μεγάλο βαθμό έχει επιτευχθεί σε παγκόσμιο επίπεδο, ο κόσμος προσχωρεί με χαρά στη φαινομενικά προοδευτική ρητορική της παγκοσμιοποίησης, ακολουθεί το μεγάλο αδελφό κι όχι τους οικείους του. 


Αλλοίμονο που’ χει δικούς και πορπατεί με ξένους
Και κάνει ξένους εδικούς και τσι δικούς του ξένους
Ετσά κι ο Γιώργης ο Πλανάς με ξένους επορπάθιε
Με ξένους ‘τρώγε κι έπινε, με ξένους χαροκόπα
Τσι ξένους έκανε δικούς και τσι δικούς του ξένους
Κι όντε τον τριγυρίσανε οι γι-αναμαζωξιάροι
Ζερβά δεξιά συντήρηξε, κιανένα δε γνωρίζει


Το βιβλίο που παρουσιάζομε σήμερο μας μιλεί για μια σειρά από τέτοια θέματα, μέσα από το δημοτικό μας τραγούδι. Δεν είναι μια ακόμα λαογραφική μελέτη. Ο συγγραφέας πολύ θα ήθελε να μη χρειαζόταν να το γράψει. Όταν όμως μας τριγυρίζουν οι αναμαζωξιάροι, πρέπει κι εμείς ν’ αντισταθούμε, να γυρέψομε βοήθεια από τους δικούς μας που δε θα τους έχομε κάμει ξένους, και το δημοτικό μας τραγούδι, η παράδοσή μας γενικότερα, είναι από αυτούς. Θα δούμε λοιπόν κάποια πράγματα με την οπτική του βιβλίου που παρουσιάζομε, όπως εκδηλώνονται στα τραγούδια της τάβλας της Δυτικής Κρήτης, αυτά που οι επιστήμονες αποκάλεσαν ριζίτικα κι ο λαός απλώς «τραγούδια».
Η απειλή στην ταυτότητά μας εμφανίζεται με διάφορους τρόπους: χτύπημα στις αξίες μας, ξαναγράψιμο της ιστορίας, μας, σπάσιμο της κοινότητας. 

Κι εμείς πρέπει ν’ ακολουθήσομε τον άλλο δρόμο, αυτόν της διατήρησης της ταυτότητάς μας, της συλλογικότητας, της αντίστασης. Η λέξη κλειδί εδώ είναι η «παρέα», δηλαδή η κοινότητα: Ήδη, από μόνη της, σπάει την κυριαρχία του ατομικού, του ανθρώπου-παθητικού δέκτη του όποιου προϊόντος. Στην παρέα συμμετέχουν ενεργά όλοι, δημιουργούν και συμβάλλουν σε συλλογικό επίπεδο. Το άτομο υποχωρεί, η ένωση προσώπων φτιάχνει κάτι ωραίο. Η παρέα έχει τους δικούς της κώδικες και αξίες που κουβαλάει και παραδίδει από γενιά σε γενιά: Αλληλεγγύη, σεμνότητα, ελευθερία, αντίσταση, εργατικότητα, ολιγάρκεια, σεβασμός, εντιμότητα. 
Ο καταναλωτισμός δε μπορεί να νικήσει τον ολιγαρκή και αυτόν που κοιτάζει την ουσία. Δημιουργεί ψεύτικες ανάγκες, υποδουλώνει τους ανθρώπους σ’ αυτές και τότε μόνο επικρατεί. Ένας άνθρωπος ελεύθερος από ανάγκες, ευχαριστημένος με τα λίγα, είναι επικίνδυνος: δεν υποτάσσεται κι αποτελεί και κακό παράδειγμα στους υποταγμένους, υπόμνηση του τι ήταν κι αυτοί κάποτε, κι ελπίδα πως μπορούν να ξαναγίνουν ελεύθεροι.

Καημός στσι νιούς που γεύγουνται κάτω στο κατωμέρι
Και τρων του κόσμου τα καλά, τση Χώρας τα ξαρέσια
Και κάνουν όψη και μορφή ως είν’ η κολισαύρα
Χαρά στσι νιούς που γεύγουνται απάνω στη μαδάρα
Και τρών τα πάχνη του χιονιού, το δροσερόν αέρι
Και κάνουν όψιν έμορφη ως είν’ το πορτακάλι 

Για να πετύχει τους σκοπούς της, η Νέα Τάξη χρησιμοποιεί ένα προοδευτικό λεξιλόγιο επικεντρωμένο στα ατομικά δικαιώματα. Και μόνο αυτά. Όταν μιλούνε αυτοί για δικαιώματα εννοούνε μόνο τη δυνατότητα ελεύθερου αυτοκαθορισμού των ατόμων ως προς τις κάθε είδους προτιμήσεις τους.

Ο αυτοκαθορισμός αυτός μπορεί να γίνεται σε ακραίο βαθμό, δίχως περιορισμούς (αυτό που παλιά ονομάζαμε αρχές), προκειμένου να εμπεδωθεί η απόλυτη ελευθερία του ατόμου σε πολιτικό επίπεδο, δίπλα στην απόλυτη ελευθερία του εμπορίου και του κεφαλαίου σε οικονομικό επίπεδο. Αλλά, μόνο σε ατομικό επίπεδο, ποτέ σε συλλογικό. Αυτή η «ελευθερία» ήδη γνωρίζει τα όριά της δια της γελοιοποίησης, αφού πρόσφατα είδαμε δυο περιπτώσεις που την εξαντλούν, μια στην Αμερική όπου ένας λευκός αυτοκαθορίστηκε ως μαύρος και γύρευε και σχετικά επιδόματα, και μια στην Ευρώπη όπου ένας 70χρονος διεκδικούσε την αναγνώρισή του ως 50χρονου, γιατί τόσο ένοιωθε! Ο καθένας είναι ελεύθερος να τα κάνει αυτά, αλλά δε μπορεί να μιλάει για την πατρίδα ή για δικαιώματα των εργαζομένων, πατρίδες δεν πρέπει να υπάρχουν και οι εργαζόμενοι έχουν την «ελευθερία» να διαπραγματεύονται μόνοι τους, άρα αδύναμοι, με τον εργοδότη την ατομική τους σύμβαση. Και εδώ, οι διάφοροι προοδευτικοί σιωπούν. Σε μαζικό επίπεδο, ο κοινός παρονομαστής πρέπει να είναι μόνο το εμπόρευμα και η κατανάλωση, όχι κοινές αξίες και συλλογικές ταυτότητες.
Σ’ αυτά τα πλαίσια, η μνήμη μας, πηγή της ταυτότητάς μας, πρέπει να σβηστεί, η ιστορία να ξαναγραφεί, κι εμείς να προετοιμαστούμε για τη νέα διπλή σκλαβιά που ήδη βιώνομε, αυτή της αποικιοποίησής μας από τη Δύση και της υποτέλειάς μας στο νεοοθωμανισμό. Για να το χωνέψομε αυτό όμως, θα πρέπει να χάσομε το βάθος της μνήμης μας, να θεωρήσομε το παιδομάζωμα μορφή κοινωνικής ανέλιξης, την καταστροφή της Σμύρνης συνωστισμό, τη συνέχεια της πορείας του λαού μας στο χρόνο ως μύθο.

Επίθεση στις αξίες μας λοιπόν και επίθεση στην ιστορία μας. Και μεις;
Νικόλα τ’ αντροκάλεσμα άφηστο μην το κάνεις
κι ακόμα ζωντανοί είμεστα κι ακόμα γης παθιούμε
κι ακόμα τα δοξάρια μας κι εκείνα ζωντανά νιε

Είμαστε πράγματι ζωντανοί απέναντι στο υπερεθνικό διευθυντήριο των απρόσωπων οργανισμών, των ΜΚΟ, των φιλελεύθερων, πολιτικά και οικονομικά θεωριών; Και ποια είναι τα δοξάρια μας;
Το σύστημα ζητά να διαλύσει την κοινότητα και να την καταντήσει άθροισμα ατόμων δίχως συνοχή και δεσμούς. Και σε μια διαλυμένη κοινωνία, δε μπορούμε να μιλούμε για ελευθερία κι αντίσταση, αφού αυτά προϋποθέτουν κοινή δράση και αλληλεγγύη.  

Το παγκόσμιο κέντρο επιφυλάσσει στην πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια τη μετατροπή της από χώρα σε χώρο όπου την κυριαρχία την ασκούν άλλοι. Την προνομιακή γεωπολιτική μας θέση δεν την εκμεταλλευόμαστε εμείς. Δεν έχουμε τις προϋποθέσεις για πολλούς λόγους, αλλά και γιατί, μέσα από την ηθική παρακμή μας τα τελευταία 35 χρόνια, έχουμε χάσει την παραγωγική μας βάση, καθιστάμενοι παράσιτα της Δύσης. Κι αν δεν έχομε παραγωγή, αν δε μπορούμε να καλύψομε τις πραγματικές μας ανάγκες, δεν έχομε πατρίδα. Οι αποικιοκράτες ήδη ελέγχουν τη γη μας:
Αμπέλι μου πλατύφυλλο και μακρυκοντυλάτο 
οι χρωφελέτες ήρθανε να σε πουλήσω θέλει
πουλήσεις με χαρίσεις με το χρέος δεν το βγάνεις
βάλε να με κλαδέψουνε γέροντες με τα γένεια
και βάλε να με σκάψουνε απάρθενα κοπέλια
βάλε να με τρυγήσουνε απάρθενα κοράσια
τότες θα ιδείς αφεντικό το χρέος πώς το βγάνεις
Η δημοτική μας ποίηση και τα τραγούδια δίδουν και την απάντηση σ’ όλες τις προκλήσεις, σε κάθε αντροκάλεσμα της παγκοσμιοποίησης, στη μετατροπή της πατρίδας μας σε αποικία ξανά των δυτικών και υποτελή των Τούρκων. Και βέβαια, η δημοτική μας ποίηση είναι η έκφραση του λαού μας στο διάβα των αιώνων, είναι τα τραγούδια που φτιάχτηκαν από κάποιους και υιοθετήθηκαν από όλους, δέχτηκαν προσθήκες, παραλλαγές, άλλαξαν, συνυπάρχουν σε διαφορετικές μορφές, αλλά πια ως δημιουργήματα του λαού, αυτού που τα υιοθέτησε και εκφράζεται μέσα απ’ αυτά. 
Είναι κι αυτό από τα στοιχεία που αναδεικνύει το σημερινό βιβλίο. Γιατί η ίδια η ύπαρξη των τραγουδιών μας, επιβεβαιώνει την ιστορική μας συνέχεια, καταγράφει έμμετρα τα γεγονότα και τις ιστορικές στιγμές, διατηρώντας τες ζωντανές στη μνήμη των επόμενων γενεών, σε περιόδους που δεν υπήρχε ο καταιγισμός πληροφόρησης και η πληθώρα ερμηνειών που βιώνομε σήμερο, σε περιόδους που τα αυτονόητα ήταν όντως αυτονόητα. Γιατί ποιός θα ισχυριστεί πειστικά ότι τα ιστορικά μας τραγούδια δε δείχνουν ακριβώς αυτό που τα ανδρείκελα του Σόρος θέλουν να μας κρύψουν, ότι ο ίδιος δηλαδή λαός από τότε μέχρι τώρα τραγουδάει στιγμές της ιστορίας του; Ποιος θα πει ότι το κάθε τραγούδι αφορά κάποιον άλλο κι όχι εμάς, στη διαδρομή μας μέσα στο χρόνο; 
Στην Κρήτη, τραγουδούμε το Διγενή μαζί με το υπόλοιπο ακριτικό Βυζάντιο, την Καππαδοκία και την Κύπρο. Θρηνούμε, πρώτοι απ’ όλους τους Έλληνες, το κούρσος της Αντριανούπολης. Και κάθε επεισόδιο γίνεται Τραγούδι.
Τα χελιδόνια τση Βλαχιάς και τα πουλιά τση Δύσης
Κλαίσιν αργά, κλαίσι ταχιά, κλαίσι το μεσημέρι,
Κλαίσι την Αντριανούπολη τη βαροκουρσεμένη
Απού τηνε κουρσεύανε τσι τρεις γιορτές του χρόνου
Η υπόμνηση της ιστορικής μας συνέχειας και των αξιών μας μέσα από τα Τραγούδια, που συντίθενται τη στιγμή που το γεγονός λαμβάνει χώρα, αποτελεί κομβική συνεισφορά της παράδοσής μας απέναντι στην πολιτική της λήθης. Υπόμνηση που έρχεται να δώσει σε ανύποπτο χρόνο και δίχως σκοπιμότητες απάντηση στις θεωρίες των νεοταξικών ιστορικών που προσπαθούν να μας πείσουν ότι εμείς σα λαός έχομε ιστορία διακοσίων χρόνων μόνο, ότι το Βυζαντινό και αρχαίο μας παρελθόν είναι παρελθόν άλλου λαού κι όχι του δικού μας. Κι έρχεται ο λαός μας και τραγουδεί τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, το Λέοντα Καλλέργη, μιλεί για τους Μπαρμπαρέζους και τη σκλαβιά, παίρνει θέση με το «εδικονίζεντο», ενάντια την υποταγή στους δυτικούς που συζητήθηκε στη σύνοδο Φερράρας Φλωρεντιας το 1439 και απέτρεψε ο λαός στην πράξη.
Όντεν εδικονίζεντο ο Κωνσταντής στα ξένα
Τσι ρούγες ρούγες πορπατεί και τα στενά διαβαίνει
Κι είχε τα ράσα κούντουρα κι εφάνουν τ’ άρματά ντου
Κι εφάνη τ’ αλαφρό σπαθί και τ’ αργυρό φουκάρι
Βασιλιοπούλα το θωρεί από ψηλό παλάτι.
- Αυτός δεν είν' καλόγερος, μουδέ και διακονιάρης,
μόνο 'ναι βασιλιά παιδί μεγάλου ρήγα γέννα

Το ότι τότε τα τραγουδήσαμε και το ότι ακόμα τα λέμε στις παρέες στη Δυτική Κρήτη, αιώνες τώρα, δεν είναι σημάδι τρανό της συνέχειας του έθνους μας; Πώς να μας σβήσει λοιπόν τη μνήμη το θεριό της Νέας Τάξης;
Η ίδια η λειτουργία του Τραγουδιού, η στιβαρή μελωδία, που δίδει αυτή το μήνυμα ανεξάρτητα από τα λόγια όπως εύστοχα παρατηρεί ο Καβρουλάκης στο βιβλίο του για το ριζίτικο, παραδομένη από γενιά σε γενιά σε βάθος χρόνου απροσδιόριστο, απηχεί κοινωνίες αντιστασιακές και ολιγαρκείς, γι’ αυτό ελεύθερες. 
Κι ακόμα, μέσα και από το Τραγούδι, αντιστέκεται ο λαός μας στην απανθρωπιά που μας επιβάλλεται αναβαπτιζόμενος στο ήθος και τις αξίες που περνούν μέσα από τα ίδια τα τραγούδια αλλά και μέσα από τη διαδικασία της παρέας στη Δυτική Κρήτη.
Μια μάνα που ψυχομαχεί του γιού τζη παραγγένει
Γιε μου και παραγγένω σου παραγγελιά μεγάλη
Στον ξένο πόνο μη γελάς, φτωχό μην αδικήσεις, 
Μην απομπώξεις ορφανό
Το τραγούδι λοιπόν, η παράδοσή μας, η παρέα, περιέχουν μέσα τους όλα τα στοιχεία που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσομε την επέλαση της Νέας Τάξης. Από μας εξαρτάται αν θα τ’ ακούσομε, εμείς είμαστε οι φορείς τους. 
Σε ψηλό βουνό σε χαμηλό λαγκάδι,
Γιάννος πορπατεί μαζί με την καλή του 
Και στη στράτα του και στην πορπατηξιά του 
Δράκος τ’ απαντά θεριό του συντυχαίνει
Γεια σου Γιαννακέ γεια σου καλ’ αντρειωμένε
Κι ας τα παίξομε Γιάννη για την καλή σου 
Κι απαλεύγανε απ’ το ταχύ ως το βράδυ
Γειά σου Γιαννακέ που νίκησες το Δράκο
Εμείς λοιπόν είμαστε αυτοί που θα νικήσομε το Δράκο. Όμως κι αυτός έχει γοητεία και δύναμη, πολλές φορές νομίζομε ότι τον έχομε νικήσει αλλά είναι εκεί, κάποτε κρατούμε τον τύπο της παρέας αλλά χάνομε την ουσία, κι εκεί θέλει όχι μόνο αντίσταση προς τα έξω, αλλά και εσωτερική, ενάντια στον εγωιστή και επιφανειακό εαυτό μας. Να κερδίσομε τη μεγάλη πρόκληση του να μείνομε αυθεντικοί σε ένα περιβάλλον που αλλάζει και που θέλει καινούργιες απαντήσεις. Μέσα από την παράδοσή μας όμως, δηλαδή μέσα από τον εκσυγχρονισμό της με τα δικά της μέσα, δίχως τα βολικά άλλοθι του ότι οι εποχές άλλαξαν κι εμείς μόνο να τραγουδούμε πια μπορούμε.

 

*Ο Μανώλης Εγγλέζος Δεληγιαννάκης είναι δικηγόρος-ερευνητής

ΑΛΛΟΤΙΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ 2020

 ΑΛΛΟΤΙΝΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ 2020